Ζεστός αέρας.
Καυτά βράχια.
Τα κύματα είναι μόνο ελαφρώς κρύα.
Κάθε βότσαλο στο κάτω μέρος
φέρνει μια ιστορία.
Κατάδυση γι ‘αυτούς,
αρπάζοντας,
χαϊδεύοντας το σώμα τους,
Κουνώντας τα μέλη τους
με άλγη στη ροή χωρίς νόημα
με συνοφρυωμένα χαμόγελα των νεκρών στρατιωτών
φυλάσσοντας πύργους που καταρρέουν
τη χαμένη σε βάθος χρόνου πόλη
και οι άνεμοι φωλιάζουν στη σκαλιστή πέτρα.
Οι τελευταίες ηλιαχτίδες σκόνταψαν
πάνω στο μαύρο της θάλασσας
και η αχλύ τους έπεσε
στις χιλιάδες σκοτεινές σπασμένες
γραμμές εκεί στην αργυρή ακτή.
Ο χρόνος είχε σταματήσει.
Και το φεγγάρι ήταν κάπου
εκεί φωτίζοντας το νυχτερινό τους
ταξίδι.
No comments:
Post a Comment